Ταξίδι στο Salzkammergut.
To νήμα γράφτηκε μετά από έγκριση των διαχειριστών. Δεν έχει κάποια σχέση με την Citroen, είναι μια ταξιδιωτική εμπειρία και θεώρησα σωστό να λάβω την έγκρισή τους πρώτα.
«Είναι ωραίο να οδηγείς ένα μηχάνημα και να ευχαριστιέσαι την κάθε στροφή που παίρνεις.»
Το έγραψε ο CX II_Prestige στο νήμα για την 156 που πήρε ο Νονός.
Όσο αντέχω ακόμα θέλω να ταξιδεύω οδικώς, η κάθε στροφή, η κάθε εικόνα που ξετυλίγεται μπροστά σου, είναι μέρος της μαγείας του ταξιδιού, η φράση που έβαλα πιο πάνω με αντιπροσωπεύει απόλυτα.
Aναχώρηση
Πριν από 15 χρόνια βρέθηκα οικογενειακώς στο Salzburg και είχα μαγευτεί. Υποσχέθηκα τότε στον εαυτό μου ότι κάποια μέρα θα επιστρέψω. Μετά από πολλές αναβολές όλα αυτά τα χρόνια, την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου και ώρα 06:15 π.μ. παρέα με τον μικρότερο αδερφό μου έβγαινα από την δυτική είσοδο της Θεσσαλονίκης και ξεκινούσαμε. Καφές, νερά, κουλούρια, πολλά usb με κλασσική μουσική (λάτρης ο αδερφός, τα ακούω κι εγώ) και δώστου. Μercedes W210 2.0 kompressor, με βενζίνη και αέριο. Στα σκοπιανά σύνορα όλα στα ελληνικά: «που πάτε;» «Αυστρία», βλέμμα απορίας «καλό ταξίδι». Γέμισμα πριν αφήσουμε τα Σκόπια (ή Βόρεια Μακεδονία, όπως θέλετε πείτε το), 0,80 το αέριο, 1,40 η βενζίνη. Απόδειξη στα διόδια πουθενά (και έχουν αρκετά για τον λίγο δρόμο που διασχίζεις). Σερβία, αγροτόσπιτα με τούβλα χωρίς σοβά, αλλά αυτοκινητόδρομος χωρίς διόδια (πληρώνεις αρχή και τέλος). Είσοδος στο Βελιγράδι στις 12:45, μια πλατεία σαν την Ομόνοια όπου όποιος προλάβει χώνεται, πολύ άσχημη εντύπωση, το τραμ σαν να συντέθηκε από διαφορετικές σκουριασμένες λαμαρίνες που είναι έτοιμες να αποχαιρετήσουν η μία την άλλη, η σερβιτόρα βαριόταν και να μιλήσει στο καφέ. Άρον άρον φεύγουμε με κατεύθυνση δυτικά. Καλό μποτιλιάρισμα στην έξοδο της πόλης, 400 χιλιόμετρα ως το Ζάγκρεμπ και άλλα 140 ως την Λιουμπλιάνα που είχαμε «σημαδεύσει» για την πρώτη διανυκτέρευση. Ο δρόμος μέχρι το Ζάγκρεμπ μια ατελείωτη ευθεία, όριο τα 130. Επί 400 χιλιόμετρα ΠΑΝΤΟΥ συρματόπλεγμα εκατέρωθεν του δρόμου, ούτε ένα κομμάτι ριγμένο, ούτε μια τρύπα στο σύρμα. Πας με 140-150 και ξέρεις ότι δεν θα πεταχτεί κάποιο ζώο, να σε βάλει σε δίλημμα για την ζωή του ή την δική σου……
Λιουμπλιάνα
Κίνηση πριν την πόλη, έρχονται και οι δρόμοι από Ιταλία (Βενετία αλλά και Τεργέστη). Όσο πλησιάζεις, τόσο πρασινίζει το τοπίο. Στα Σκόπια και στην Σερβία και βενζίνη μας έβαλαν και τα τζάμια μας καθάρισαν και δωρεάν κατουρήσαμε. Μόλις μπήκαμε Σλοβενία γίναμε Ευρώπη. Βενζίνη βάλε μόνος σου, τα τζάμια πλύνε τα μόνος σου, το κατούρημα μισό ευρώ.
Είχαμε πει να μείνουμε, αλλά δεν κλείσαμε μήπως και φτάναμε νωρίς και ανεβαίναμε πιο πάνω, Αυστρία. Φτάσαμε 8:10 μ.μ. και σκεφτήκαμε «φτάνει για σήμερα». Ψάχνοντας στο κέντρο, βρίσκουμε ένα ξενοδοχείο, έχει δωμάτιο, αλλά δεν έχει θέση στο πάρκινγκ του (γεμάτο). Την ώρα που πάμε να φύγουμε, στους ελιγμούς για να ξεπαρκάρουμε, κορνάρισμα από πίσω, στην αρχή εκνευρισμός μετά λέω «κάτσε μπας κι είναι δικός μας, συνήθως εμείς κορνάρουμε» βγαίνω έξω πινακίδες ελληνικές «πατρίδα…» «από πού είστε ρε παιδιά…» «δεν βρίσκουμε πάρκινγκ..» «πάρτε το δικό μας, φεύγουμε…». Μάλιστα, λύθηκε και αυτό. Πιάνουμε την θέση και το δωμάτιο και βγαίνουμε βόλτα στην πόλη, γύρω στις 09:15 μ.μ. Εντυπωσιάστηκα. Το κέντρο της πόλης είναι πανέμορφο, ποταμάκι με γέφυρες και καφέ-εστιατόρια (μην φανταστείτε Δούναβη και Βουδαπέστη, όλα στο πιο μινιόν) και από πάνω το κάστρο. Μαζεύανε και κάτι τάβλες-τραπέζια σε υπαίθριο χώρο, ρωτάμε τι γινόταν: «α, δεν προλάβατε κλείνουμε στις 09:00 μ.μ., έχουμε κάθε Παρασκευή Open kitchen, μαγειρεύουμε έξω και σερβίρουμε τους περαστικούς….». Ώρα και για τις πρώτες φωτογραφίες. Μια προσπάθεια για μίμηση της βενετσιάνικης γέφυρας Rialto
Μακάρι οι αγάπες να κλειδώνονταν με κλειδαριές (ρίχνω λίγο το επίπεδο, αλλά τα είπε και ο Μάκης πολλά χρόνια πριν)
Στα καφέ δίπλα στο ποτάμι το αδιαχώρητο, το κάστρο από πάνω αγέρωχο:
Το πρωϊ εκεί που το προηγούμενο βράδυ είχαν το open kitchen, τώρα είχαν λαϊκή αγορά. Έχω την αίσθηση ότι κάθε μέρα της εβδομάδας κάποιο χάπενινγκ κάνουν σ΄αυτόν τον χώρο, που βρίσκεται πίσω από το κτίριο με τις καμάρες στην δεύτερη φωτογραφία. Ανοίξαν πάλι τα τραπέζια, οι τάβλες και η πόλη ξεχύθηκε στην λαϊκή του κέντρου. Σχεδόν όλα βιολογικά και ακριβά.
Είπαμε να ανέβουμε στο κάστρο. Σχεδόν κάθετα είναι, υποτίμησα την ανάβαση και το γεγονός ότι είμαι υπέρβαρος. Διπλή στάση, αλλά τα κατάφερα. Από ψηλά βλέπεις μια πόλη που στην περιφέρειά της ανταγωνίζονται κτίρια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» με μοντέρνα γραμμής κτίρια, ενώ στο κέντρο παντού Αψβούργοι. Κίνηση πουθενά, σε λίγα λεπτά είσαι όπου θέλεις (βέβαια η πόλη δεν είναι μεγάλη σε πληθυσμό περίπου 280 χιλ. κάτοικοι, αλλά είναι απλωμένη). Μ΄άρεσε πολύ η Λιουμπλιάνα, έχει μια ηρεμία και ομορφιά από άλλη εποχή.
Άφιξη στην βάση
Φύγαμε λίγο μετά τις 12. Κατεύθυνση το Villach. Αρκετή κίνηση (πάρα πολλοί, υπερβολικά πολλοί, με τροχόσπιτα). Αφού περάσαμε το Villach και λίγο πριν φτάσουμε Salzburg, στρίψαμε δεξιά σε κάτι χωριουδάκια (δεν θυμάμαι τα ονόματα). Ελάχιστη κίνηση, μπορεί και λεπτά ολόκληρα να μην βλέπαμε αυτοκίνητα. Στα λίγα που είδαμε όμως ήταν και μια Pagoda!! Φτάσαμε στον προορισμό μας στο χωριουδάκι St. Gilgen. Μέναμε σ΄αυτήν εδώ την πανσιόν, στον δεύτερο όροφο, στο δωμάτιο με την πινακίδα
και από το μπαλκόνι μας βλέπαμε αυτό
Ο 50άρης Ρόμπερτ και η μαμά του το διατηρούσαν μια χαρά. Απ έξω παρκαρισμένο βανάκι ηλεκτρικό της Μερσεντές, μέσα δίφυλλη ντουλάπα, γεμάτη χριστουγεννιάτικα στολίδια με σκαλισμένη την ημερομηνία κατασκευής 1843, λίγο αφότου γίναμε κράτος εμείς δηλαδή. Παρελθόν και εξέλιξη δίπλα-δίπλα. Για πρωϊνό πήγαινες στο Bistrot του Spar Market που ήταν στα 100 μέτρα δεξιά από τον δρόμο που φαίνεται πιο πάνω. Περιττό να πω ότι ήταν αξιοπρεπέστατο
Πρώτα εξερεύνηση του χωριού. Σαν κάθε σοβαρό χωριό δίπλα σε λίμνη που σέβεται τον εαυτό του είχαν τελεφερίκ. Ανέβαινε σε δύο εγκαταστάσεις, μια χαμηλότερα και μια ψηλότερα, τώρα ξενοδοχεία ήταν, καταφύγια ήταν, θα σας γελάσω, δεν πήγαμε. Πήγαμε όμως στο κέντρο του χωριού, είδαμε το δημαρχείo
Και την πανέμορφη μικρή εκκλησία τους. Απ΄έξω είχε αυτό
Η περιοχή γενικά πρέπει να πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος και στους δύο πολέμους. Με δεδομένο τον πληθυσμό του χωριού, ήταν πολλά τα γραμμένα ονόματα στις στήλες. Μου θύμισε μια –δύσκολη ομολογουμένως- ταινία του Τέρενς Μάλικ που είδα πρόσφατα: «Μια κρυφή ζωή», όπου ένας αυστριακός αγρότης προσπαθεί απεγνωσμένα αλλά και συνειδητά να ξεφύγει από το πεπρωμένο του πολέμου. Από τις εικόνες που σου θυμίζουν πόσο ασήμαντη γίνεται ώρες-ώρες η ανθρώπινη ζωή….
Πολλά-πολλά το St. Gilgen δεν είχε, είχε όμως μια υπέροχη ηρεμία το βράδυ όταν επιστρέφαμε και καθόμασταν στο μπαλκόνι, άκουγες ως και τα νερά που έπεφταν στην λίμνη. Φυσικά τότε ήταν η στιγμή να καταναλωθούν οι Paulaner που παίρναμε τα πρωινά από το Spar.
Bad Ischl – Hallstatt-Mondsee
Ξεκινώντας πετύχαμε 12 (μετρημένες δώδεκα η μία πίσω από την άλλη, Porsche 911) με ιστορικές πινακίδες. «Μάλλον θα βγήκαν για κυριακάτικο καφέ» σκέφτηκα. Το Bad Ischl (το γύρισα) και το Fuschl (απλό πέρασμα) ίσως ήταν τα πιο όμορφα χωριά που είδα (τι χωριά δηλαδή το Μπαντ Ισλ είναι πόλη κανονική). Το 2024 θα είναι μία από τις πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης, (το 2023 θα είναι η…..Ελευσίνα) όποιος μπορεί να πάει θα το συνιστούσα. Παντού Φραντς Γιόζεφ, πολύς Φραντς Γιόζεφ. Σε αγάλματα, σε ζωγραφιές, με φαβορίτες μεγάλες και με φαβορίτες πιο μεγάλες. Σίσσυ πουθενά. Φαίνεται οι επαρχιώτες Αυστριακοί δεν έχουν τις ευαισθησίες των Βιεννέζων. Έχουν και διάφορες μπυραρίες, αλλά η πιο χαρακτηριστική ήταν ένα υπόγειο (μάλλον πρώην κελάρι). Πριν μας σερβίρουν μας εξήγησαν ότι πληρώνονται μόνο cash. Μάλλον δεν θέλουν να έχουν σχέσεις με τον μεγάλο αδελφό.
Το Hallstatt πάλι είναι το πιο τουριστικό αξιοθέατο της περιοχής και όχι άδικα. Στην μύτη μιας χερσαίας προεξοχής, μοιάζει σαν να επιπλέει πάνω στην λίμνη.
Ήταν Κυριακή πρωί και οι ντόπιοι ανέβηκαν εδώ, για να πιούν τον πρωϊνό καφέ (μπορεί και μπύρα) και να τραγουδήσουν τα δικά τους
Στο Mondsee δεν μπορώ να που ότι ενθουσιάστηκα. Η βασιλική του Αγίου Μιχαήλ, όπου νομίζω γυρίστηκε και σκηνή από την «Μελωδία της Ευτυχίας», ιδρύθηκε αρχικά το 748 μ.Χ (φρέσκο δηλαδή, σαν χθες)
Salzburg
Όταν είχα πρωτοπάει, με είχε εντυπωσιάσει το κέντρο της πόλης και το ότι δεν κορνάρουν καθόλου. Συνεχίζουν το ίδιο. Απέφυγα να πάω πάλι στο σπίτι του Μότσαρτ (το επισκέφτηκε ο αδερφός), στο κάστρο και στο παλάτι του Hellbrun, γιατί θα χάναμε χρόνο. Από το St. Gilgen απέχει 28 χιλ., επομένως πήγαμε και ήρθαμε δυο-τρεις φορές στο Salzburg. Την πρώτη μας έπιασε βροχή και για καταφύγιο μπήκαμε σε μια εκκλησία. Μέσα κάποιος έπαιζε στο εκκλησιαστικό όργανο ύμνους του Μπάχ, σε μια άδεια εκκλησία. Κάθε απόγευμα είναι εκεί, παίζει συγκεκριμένους ύμνους και φεύγει. Άσχετα αν τον ακούει κάποιος αυτός το κάνει καθημερινά (προφανώς επί πληρωμή από την εκκλησία ή τον δήμο). Έτυχε να είμαστε εκεί και να το απολαύσουμε πριβέ για μισή ώρα. Μετά σηκώθηκε, έβγαλε την μπέρτα του και έφυγε σαν να μην ήμασταν εκεί. Ο αδερφός είπε ότι ίσως να είναι η ίδια εκκλησία που έπαιζε ο Μπάχ. Ωραία στιγμή, ξεχωριστή.
Την δεύτερη φορά πήγαμε στο παλάτι Mirabell
και στην παλιά πόλη. Είδαμε σε ένα στενάκι κτίριο με επιγραφή 1423, δηλαδή πριν πέσει η Κωνσταντινούπολη. Τελικά οι κουτόφραγκοι κατέβηκαν νωρίτερα από τα δέντρα από ότι νομίζουμε. Μετά το περπάτημα, έπρεπε να πάρουμε θερμίδες. Bratwurst mit sauerkraut-kartoffen.
Το Salzburg νομίζω είναι η αγαπημένη μου πόλη. Συνδυάζει ανέσεις, ησυχία, ποιότητα ζωής, πάμπολλες πολιτιστικές δραστηριότητες, εξαιρετική ενδοχώρα για εκδρομές. Αν έχεις μια αποδεκτή δουλειά νομίζω ότι είναι από τα καλύτερα μέρη στην Ευρώπη για να ζεις.
Επιστροφή
Σχεδιάζαμε να επιστρέψουμε Τετάρτη. Είχαμε αφήσει μια μέρα για να πάμε δυτικά, Φύσεν, Ομπεραμεργκάου, Νοινβανστάιν. Δυστυχώς έπεσε τηλεφώνημα από Θεσσαλονίκη για κάτι επείγον και έπρεπε να επιστρέψουμε Τρίτη. Θα τα δούμε άλλη φορά τα παραπάνω. Ξεκινήσαμε 10 το πρωϊ. Ο Ρόμπερτ γούρλωσε τα μάτια όταν του είπαμε ότι φεύγουμε για Ελλάδα, η mutter πάλι αναφώνησε: “Griechenland???”.
Πήραμε για αλλαγή τον δρόμο για Γκράτς-Μάριμπορ- Ζάγκρεμπ και μετά το ίδιο. Με ξανανευρίασαν οι Σέρβοι, μπήκαμε στο Βελιγράδι 5 και τέταρτο και βγήκαμε 7 παρά τέταρτο. Το ότι είχε ρίξει μπόρα δεν είναι δικαιολογία, είναι απαράδεκτοι στο κυκλοφοριακό. Το πατήσαμε λίγο παραπάνω το W210 και 1 παρά τέταρτο το βράδυ ήμασταν Θεσσαλονίκη.
Από Παρασκευή ξημερώματα μέχρι Τρίτη μεσάνυχτα 3.365 χιλιόμετρα και 39 ώρες οδήγησης. Γεροί να είμαστε να το ξανακάνουμε.
To νήμα γράφτηκε μετά από έγκριση των διαχειριστών. Δεν έχει κάποια σχέση με την Citroen, είναι μια ταξιδιωτική εμπειρία και θεώρησα σωστό να λάβω την έγκρισή τους πρώτα.
«Είναι ωραίο να οδηγείς ένα μηχάνημα και να ευχαριστιέσαι την κάθε στροφή που παίρνεις.»
Το έγραψε ο CX II_Prestige στο νήμα για την 156 που πήρε ο Νονός.
Όσο αντέχω ακόμα θέλω να ταξιδεύω οδικώς, η κάθε στροφή, η κάθε εικόνα που ξετυλίγεται μπροστά σου, είναι μέρος της μαγείας του ταξιδιού, η φράση που έβαλα πιο πάνω με αντιπροσωπεύει απόλυτα.
Aναχώρηση
Πριν από 15 χρόνια βρέθηκα οικογενειακώς στο Salzburg και είχα μαγευτεί. Υποσχέθηκα τότε στον εαυτό μου ότι κάποια μέρα θα επιστρέψω. Μετά από πολλές αναβολές όλα αυτά τα χρόνια, την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου και ώρα 06:15 π.μ. παρέα με τον μικρότερο αδερφό μου έβγαινα από την δυτική είσοδο της Θεσσαλονίκης και ξεκινούσαμε. Καφές, νερά, κουλούρια, πολλά usb με κλασσική μουσική (λάτρης ο αδερφός, τα ακούω κι εγώ) και δώστου. Μercedes W210 2.0 kompressor, με βενζίνη και αέριο. Στα σκοπιανά σύνορα όλα στα ελληνικά: «που πάτε;» «Αυστρία», βλέμμα απορίας «καλό ταξίδι». Γέμισμα πριν αφήσουμε τα Σκόπια (ή Βόρεια Μακεδονία, όπως θέλετε πείτε το), 0,80 το αέριο, 1,40 η βενζίνη. Απόδειξη στα διόδια πουθενά (και έχουν αρκετά για τον λίγο δρόμο που διασχίζεις). Σερβία, αγροτόσπιτα με τούβλα χωρίς σοβά, αλλά αυτοκινητόδρομος χωρίς διόδια (πληρώνεις αρχή και τέλος). Είσοδος στο Βελιγράδι στις 12:45, μια πλατεία σαν την Ομόνοια όπου όποιος προλάβει χώνεται, πολύ άσχημη εντύπωση, το τραμ σαν να συντέθηκε από διαφορετικές σκουριασμένες λαμαρίνες που είναι έτοιμες να αποχαιρετήσουν η μία την άλλη, η σερβιτόρα βαριόταν και να μιλήσει στο καφέ. Άρον άρον φεύγουμε με κατεύθυνση δυτικά. Καλό μποτιλιάρισμα στην έξοδο της πόλης, 400 χιλιόμετρα ως το Ζάγκρεμπ και άλλα 140 ως την Λιουμπλιάνα που είχαμε «σημαδεύσει» για την πρώτη διανυκτέρευση. Ο δρόμος μέχρι το Ζάγκρεμπ μια ατελείωτη ευθεία, όριο τα 130. Επί 400 χιλιόμετρα ΠΑΝΤΟΥ συρματόπλεγμα εκατέρωθεν του δρόμου, ούτε ένα κομμάτι ριγμένο, ούτε μια τρύπα στο σύρμα. Πας με 140-150 και ξέρεις ότι δεν θα πεταχτεί κάποιο ζώο, να σε βάλει σε δίλημμα για την ζωή του ή την δική σου……
Λιουμπλιάνα
Κίνηση πριν την πόλη, έρχονται και οι δρόμοι από Ιταλία (Βενετία αλλά και Τεργέστη). Όσο πλησιάζεις, τόσο πρασινίζει το τοπίο. Στα Σκόπια και στην Σερβία και βενζίνη μας έβαλαν και τα τζάμια μας καθάρισαν και δωρεάν κατουρήσαμε. Μόλις μπήκαμε Σλοβενία γίναμε Ευρώπη. Βενζίνη βάλε μόνος σου, τα τζάμια πλύνε τα μόνος σου, το κατούρημα μισό ευρώ.
Είχαμε πει να μείνουμε, αλλά δεν κλείσαμε μήπως και φτάναμε νωρίς και ανεβαίναμε πιο πάνω, Αυστρία. Φτάσαμε 8:10 μ.μ. και σκεφτήκαμε «φτάνει για σήμερα». Ψάχνοντας στο κέντρο, βρίσκουμε ένα ξενοδοχείο, έχει δωμάτιο, αλλά δεν έχει θέση στο πάρκινγκ του (γεμάτο). Την ώρα που πάμε να φύγουμε, στους ελιγμούς για να ξεπαρκάρουμε, κορνάρισμα από πίσω, στην αρχή εκνευρισμός μετά λέω «κάτσε μπας κι είναι δικός μας, συνήθως εμείς κορνάρουμε» βγαίνω έξω πινακίδες ελληνικές «πατρίδα…» «από πού είστε ρε παιδιά…» «δεν βρίσκουμε πάρκινγκ..» «πάρτε το δικό μας, φεύγουμε…». Μάλιστα, λύθηκε και αυτό. Πιάνουμε την θέση και το δωμάτιο και βγαίνουμε βόλτα στην πόλη, γύρω στις 09:15 μ.μ. Εντυπωσιάστηκα. Το κέντρο της πόλης είναι πανέμορφο, ποταμάκι με γέφυρες και καφέ-εστιατόρια (μην φανταστείτε Δούναβη και Βουδαπέστη, όλα στο πιο μινιόν) και από πάνω το κάστρο. Μαζεύανε και κάτι τάβλες-τραπέζια σε υπαίθριο χώρο, ρωτάμε τι γινόταν: «α, δεν προλάβατε κλείνουμε στις 09:00 μ.μ., έχουμε κάθε Παρασκευή Open kitchen, μαγειρεύουμε έξω και σερβίρουμε τους περαστικούς….». Ώρα και για τις πρώτες φωτογραφίες. Μια προσπάθεια για μίμηση της βενετσιάνικης γέφυρας Rialto
Μακάρι οι αγάπες να κλειδώνονταν με κλειδαριές (ρίχνω λίγο το επίπεδο, αλλά τα είπε και ο Μάκης πολλά χρόνια πριν)
Στα καφέ δίπλα στο ποτάμι το αδιαχώρητο, το κάστρο από πάνω αγέρωχο:
Το πρωϊ εκεί που το προηγούμενο βράδυ είχαν το open kitchen, τώρα είχαν λαϊκή αγορά. Έχω την αίσθηση ότι κάθε μέρα της εβδομάδας κάποιο χάπενινγκ κάνουν σ΄αυτόν τον χώρο, που βρίσκεται πίσω από το κτίριο με τις καμάρες στην δεύτερη φωτογραφία. Ανοίξαν πάλι τα τραπέζια, οι τάβλες και η πόλη ξεχύθηκε στην λαϊκή του κέντρου. Σχεδόν όλα βιολογικά και ακριβά.
Είπαμε να ανέβουμε στο κάστρο. Σχεδόν κάθετα είναι, υποτίμησα την ανάβαση και το γεγονός ότι είμαι υπέρβαρος. Διπλή στάση, αλλά τα κατάφερα. Από ψηλά βλέπεις μια πόλη που στην περιφέρειά της ανταγωνίζονται κτίρια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» με μοντέρνα γραμμής κτίρια, ενώ στο κέντρο παντού Αψβούργοι. Κίνηση πουθενά, σε λίγα λεπτά είσαι όπου θέλεις (βέβαια η πόλη δεν είναι μεγάλη σε πληθυσμό περίπου 280 χιλ. κάτοικοι, αλλά είναι απλωμένη). Μ΄άρεσε πολύ η Λιουμπλιάνα, έχει μια ηρεμία και ομορφιά από άλλη εποχή.
Άφιξη στην βάση
Φύγαμε λίγο μετά τις 12. Κατεύθυνση το Villach. Αρκετή κίνηση (πάρα πολλοί, υπερβολικά πολλοί, με τροχόσπιτα). Αφού περάσαμε το Villach και λίγο πριν φτάσουμε Salzburg, στρίψαμε δεξιά σε κάτι χωριουδάκια (δεν θυμάμαι τα ονόματα). Ελάχιστη κίνηση, μπορεί και λεπτά ολόκληρα να μην βλέπαμε αυτοκίνητα. Στα λίγα που είδαμε όμως ήταν και μια Pagoda!! Φτάσαμε στον προορισμό μας στο χωριουδάκι St. Gilgen. Μέναμε σ΄αυτήν εδώ την πανσιόν, στον δεύτερο όροφο, στο δωμάτιο με την πινακίδα
και από το μπαλκόνι μας βλέπαμε αυτό
Ο 50άρης Ρόμπερτ και η μαμά του το διατηρούσαν μια χαρά. Απ έξω παρκαρισμένο βανάκι ηλεκτρικό της Μερσεντές, μέσα δίφυλλη ντουλάπα, γεμάτη χριστουγεννιάτικα στολίδια με σκαλισμένη την ημερομηνία κατασκευής 1843, λίγο αφότου γίναμε κράτος εμείς δηλαδή. Παρελθόν και εξέλιξη δίπλα-δίπλα. Για πρωϊνό πήγαινες στο Bistrot του Spar Market που ήταν στα 100 μέτρα δεξιά από τον δρόμο που φαίνεται πιο πάνω. Περιττό να πω ότι ήταν αξιοπρεπέστατο
Πρώτα εξερεύνηση του χωριού. Σαν κάθε σοβαρό χωριό δίπλα σε λίμνη που σέβεται τον εαυτό του είχαν τελεφερίκ. Ανέβαινε σε δύο εγκαταστάσεις, μια χαμηλότερα και μια ψηλότερα, τώρα ξενοδοχεία ήταν, καταφύγια ήταν, θα σας γελάσω, δεν πήγαμε. Πήγαμε όμως στο κέντρο του χωριού, είδαμε το δημαρχείo
Και την πανέμορφη μικρή εκκλησία τους. Απ΄έξω είχε αυτό
Η περιοχή γενικά πρέπει να πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος και στους δύο πολέμους. Με δεδομένο τον πληθυσμό του χωριού, ήταν πολλά τα γραμμένα ονόματα στις στήλες. Μου θύμισε μια –δύσκολη ομολογουμένως- ταινία του Τέρενς Μάλικ που είδα πρόσφατα: «Μια κρυφή ζωή», όπου ένας αυστριακός αγρότης προσπαθεί απεγνωσμένα αλλά και συνειδητά να ξεφύγει από το πεπρωμένο του πολέμου. Από τις εικόνες που σου θυμίζουν πόσο ασήμαντη γίνεται ώρες-ώρες η ανθρώπινη ζωή….
Πολλά-πολλά το St. Gilgen δεν είχε, είχε όμως μια υπέροχη ηρεμία το βράδυ όταν επιστρέφαμε και καθόμασταν στο μπαλκόνι, άκουγες ως και τα νερά που έπεφταν στην λίμνη. Φυσικά τότε ήταν η στιγμή να καταναλωθούν οι Paulaner που παίρναμε τα πρωινά από το Spar.
Bad Ischl – Hallstatt-Mondsee
Ξεκινώντας πετύχαμε 12 (μετρημένες δώδεκα η μία πίσω από την άλλη, Porsche 911) με ιστορικές πινακίδες. «Μάλλον θα βγήκαν για κυριακάτικο καφέ» σκέφτηκα. Το Bad Ischl (το γύρισα) και το Fuschl (απλό πέρασμα) ίσως ήταν τα πιο όμορφα χωριά που είδα (τι χωριά δηλαδή το Μπαντ Ισλ είναι πόλη κανονική). Το 2024 θα είναι μία από τις πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης, (το 2023 θα είναι η…..Ελευσίνα) όποιος μπορεί να πάει θα το συνιστούσα. Παντού Φραντς Γιόζεφ, πολύς Φραντς Γιόζεφ. Σε αγάλματα, σε ζωγραφιές, με φαβορίτες μεγάλες και με φαβορίτες πιο μεγάλες. Σίσσυ πουθενά. Φαίνεται οι επαρχιώτες Αυστριακοί δεν έχουν τις ευαισθησίες των Βιεννέζων. Έχουν και διάφορες μπυραρίες, αλλά η πιο χαρακτηριστική ήταν ένα υπόγειο (μάλλον πρώην κελάρι). Πριν μας σερβίρουν μας εξήγησαν ότι πληρώνονται μόνο cash. Μάλλον δεν θέλουν να έχουν σχέσεις με τον μεγάλο αδελφό.
Το Hallstatt πάλι είναι το πιο τουριστικό αξιοθέατο της περιοχής και όχι άδικα. Στην μύτη μιας χερσαίας προεξοχής, μοιάζει σαν να επιπλέει πάνω στην λίμνη.
Ήταν Κυριακή πρωί και οι ντόπιοι ανέβηκαν εδώ, για να πιούν τον πρωϊνό καφέ (μπορεί και μπύρα) και να τραγουδήσουν τα δικά τους
Στο Mondsee δεν μπορώ να που ότι ενθουσιάστηκα. Η βασιλική του Αγίου Μιχαήλ, όπου νομίζω γυρίστηκε και σκηνή από την «Μελωδία της Ευτυχίας», ιδρύθηκε αρχικά το 748 μ.Χ (φρέσκο δηλαδή, σαν χθες)
Salzburg
Όταν είχα πρωτοπάει, με είχε εντυπωσιάσει το κέντρο της πόλης και το ότι δεν κορνάρουν καθόλου. Συνεχίζουν το ίδιο. Απέφυγα να πάω πάλι στο σπίτι του Μότσαρτ (το επισκέφτηκε ο αδερφός), στο κάστρο και στο παλάτι του Hellbrun, γιατί θα χάναμε χρόνο. Από το St. Gilgen απέχει 28 χιλ., επομένως πήγαμε και ήρθαμε δυο-τρεις φορές στο Salzburg. Την πρώτη μας έπιασε βροχή και για καταφύγιο μπήκαμε σε μια εκκλησία. Μέσα κάποιος έπαιζε στο εκκλησιαστικό όργανο ύμνους του Μπάχ, σε μια άδεια εκκλησία. Κάθε απόγευμα είναι εκεί, παίζει συγκεκριμένους ύμνους και φεύγει. Άσχετα αν τον ακούει κάποιος αυτός το κάνει καθημερινά (προφανώς επί πληρωμή από την εκκλησία ή τον δήμο). Έτυχε να είμαστε εκεί και να το απολαύσουμε πριβέ για μισή ώρα. Μετά σηκώθηκε, έβγαλε την μπέρτα του και έφυγε σαν να μην ήμασταν εκεί. Ο αδερφός είπε ότι ίσως να είναι η ίδια εκκλησία που έπαιζε ο Μπάχ. Ωραία στιγμή, ξεχωριστή.
Την δεύτερη φορά πήγαμε στο παλάτι Mirabell
και στην παλιά πόλη. Είδαμε σε ένα στενάκι κτίριο με επιγραφή 1423, δηλαδή πριν πέσει η Κωνσταντινούπολη. Τελικά οι κουτόφραγκοι κατέβηκαν νωρίτερα από τα δέντρα από ότι νομίζουμε. Μετά το περπάτημα, έπρεπε να πάρουμε θερμίδες. Bratwurst mit sauerkraut-kartoffen.
Το Salzburg νομίζω είναι η αγαπημένη μου πόλη. Συνδυάζει ανέσεις, ησυχία, ποιότητα ζωής, πάμπολλες πολιτιστικές δραστηριότητες, εξαιρετική ενδοχώρα για εκδρομές. Αν έχεις μια αποδεκτή δουλειά νομίζω ότι είναι από τα καλύτερα μέρη στην Ευρώπη για να ζεις.
Επιστροφή
Σχεδιάζαμε να επιστρέψουμε Τετάρτη. Είχαμε αφήσει μια μέρα για να πάμε δυτικά, Φύσεν, Ομπεραμεργκάου, Νοινβανστάιν. Δυστυχώς έπεσε τηλεφώνημα από Θεσσαλονίκη για κάτι επείγον και έπρεπε να επιστρέψουμε Τρίτη. Θα τα δούμε άλλη φορά τα παραπάνω. Ξεκινήσαμε 10 το πρωϊ. Ο Ρόμπερτ γούρλωσε τα μάτια όταν του είπαμε ότι φεύγουμε για Ελλάδα, η mutter πάλι αναφώνησε: “Griechenland???”.
Πήραμε για αλλαγή τον δρόμο για Γκράτς-Μάριμπορ- Ζάγκρεμπ και μετά το ίδιο. Με ξανανευρίασαν οι Σέρβοι, μπήκαμε στο Βελιγράδι 5 και τέταρτο και βγήκαμε 7 παρά τέταρτο. Το ότι είχε ρίξει μπόρα δεν είναι δικαιολογία, είναι απαράδεκτοι στο κυκλοφοριακό. Το πατήσαμε λίγο παραπάνω το W210 και 1 παρά τέταρτο το βράδυ ήμασταν Θεσσαλονίκη.
Από Παρασκευή ξημερώματα μέχρι Τρίτη μεσάνυχτα 3.365 χιλιόμετρα και 39 ώρες οδήγησης. Γεροί να είμαστε να το ξανακάνουμε.
Attachments
-
128,3 KB Προβολές: 31
-
145,7 KB Προβολές: 38